εξωκρατικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εξωκρατικός η εξωκρατική το εξωκρατικό
      γενική του εξωκρατικού της εξωκρατικής του εξωκρατικού
    αιτιατική τον εξωκρατικό την εξωκρατική το εξωκρατικό
     κλητική εξωκρατικέ εξωκρατική εξωκρατικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εξωκρατικοί οι εξωκρατικές τα εξωκρατικά
      γενική των εξωκρατικών των εξωκρατικών των εξωκρατικών
    αιτιατική τους εξωκρατικούς τις εξωκρατικές τα εξωκρατικά
     κλητική εξωκρατικοί εξωκρατικές εξωκρατικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εξωκρατικός < εξω- + κρατικός

Επίθετο[επεξεργασία]

εξωκρατικός

Συγγενικά[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]