ζαχαροκούλουρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζαχαροκούλουρο τα ζαχαροκούλουρα
      γενική του ζαχαροκούλουρου των ζαχαροκούλουρων
    αιτιατική το ζαχαροκούλουρο τα ζαχαροκούλουρα
     κλητική ζαχαροκούλουρο ζαχαροκούλουρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζαχαροκούλουρο < ζάχαρ(η) + -ο- + κουλούρ(ι) + -ο

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /za.xa.ɾoˈku.lu.ɾo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζα‐χα‐ρο‐κού‐λου‐ρο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζαχαροκούλουρο ουδέτερο

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • ζαχαροκούλουρο - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)