ζωανθρωπικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ζωανθρωπικός < ζωανθρωπία / ζωάνθρωπος + -ικός
Επίθετο[επεξεργασία]
ζωανθρωπικός
- που έχει σχέση με τη ζωανθρωπία ή τον ζωάνθρωπο ή αναφέρεται σ’ αυτά
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις ζωάνθρωπος, ζώο και άνθρωπος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ζωανθρωπικός
|