θαλασσοχελίδονο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- θαλασσοχελίδονο < θαλασσο- + χελιδόν(ι) + -ο
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /θa.la.so.çeˈli.ðo.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : θα‐λασ‐σο‐χε‐λί‐δο‐νο
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
θαλασσοχελίδονο ουδέτερο
- (πτηνό) είδος χελιδονιού που ζει στη θάλασσα
- ※ Το μέρος που γεννήθηκα και έζησα μικρός δεν είχε ζούγκλες και θεόρατα βαοβάβ, είχε όμως παράξενες θάλασσες, μπουγάζια, αγκάλες, κάβους, νησάκια ξωτικά και ερημονήσια, αλυκές, σκυλόψαρα, χελώνες, ψάρια και θαλασσινά κάθε λογής, φουρτούνες, ρέματα, αγριόχηνες, πελεκάνους, αγριόπαπιες, μπαλουκτσήδες, γλάρους, θαλασσοχελίδονα κι άλλα θαλασσινά πουλιά.
- Φώτης Κόντογλου, Το Αϊβαλί, η πατρίδα μου
- ※ Το μέρος που γεννήθηκα και έζησα μικρός δεν είχε ζούγκλες και θεόρατα βαοβάβ, είχε όμως παράξενες θάλασσες, μπουγάζια, αγκάλες, κάβους, νησάκια ξωτικά και ερημονήσια, αλυκές, σκυλόψαρα, χελώνες, ψάρια και θαλασσινά κάθε λογής, φουρτούνες, ρέματα, αγριόχηνες, πελεκάνους, αγριόπαπιες, μπαλουκτσήδες, γλάρους, θαλασσοχελίδονα κι άλλα θαλασσινά πουλιά.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θαλασσοχελίδονο
Πηγές[επεξεργασία]
- θαλασσοχελίδονο - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σίδερο' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα θαλασσο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ο (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Πτηνά (νέα ελληνικά)
- Ζώα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)