ιντελιγκέντσια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιντελιγκέντσια οι ιντελιγκέντσιες
      γενική της ιντελιγκέντσιας
    αιτιατική την ιντελιγκέντσια τις ιντελιγκέντσιες
     κλητική ιντελιγκέντσια ιντελιγκέντσιες
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ιντελιγκέντσια < (λόγιο δάνειο) ρωσική интеллигенция < λατινική intelligentia[1] < intellegens, μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος intellego < inter + lego

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ιντελιγκέντσια θηλυκό

  1. (και ειρωνικό) ο κόσμος των διανοουμένων
  2. η διανόηση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]