κλανίον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | κλανίον | τὰ | κλανίᾰ | ||||
γενική | τοῦ | κλανίου | τῶν | κλανίων | ||||
δοτική | τῷ | κλανίῳ | τοῖς | κλανίοις | ||||
αιτιατική | τὸ | κλανίον | τὰ | κλανίᾰ | ||||
κλητική ὦ! | κλανίον | κλανίᾰ | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | κλανίω | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | κλανίοιν | ||||||
2η κλίση, Κατηγορία 'τέκνον' όπως «τέκνον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κλανίον (ελληνιστική κοινή) < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κλανίον, -ου ουδέτερο (ελληνιστική κοινή)
- (σε πάπυρο, κόσμημα) βραχιόλι
- ※ 3ος αιώνας κε, ⌘ HGV: P.Diog. 12, Donatio mortis causa, στ. 11, (11-14), @papyri.info
- ἔχω [δὲ χρυσία κλάνια ζεῦγος ἓν μναιαίων δύο καὶ ψελίων ζεῦγος]
[ἓν μ]ναέων(*) τριῶν καὶ ὁμο̣[ίως ἄλλα χρυσία τετάρτας πέντε καὶ τὰ ἱμάτιά μου καὶ τὰ χαλκωμάτια.]
[ταῦτα] πάντα διέταξα τῷ υἱῷ [μου· διέταξα δὲ τὸ ζεῦγος τῶν κλανίων μου πραθῆναι καὶ]
[ἀναλω]θῆναι ἰς(*) τὴν περισ̣[τολήν μου.
- ἔχω [δὲ χρυσία κλάνια ζεῦγος ἓν μναιαίων δύο καὶ ψελίων ζεῦγος]
- ≈ συνώνυμα: ψέλιον
- ※ 3ος αιώνας κε, ⌘ HGV: P.Diog. 12, Donatio mortis causa, στ. 11, (11-14), @papyri.info
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- κλανίον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με αρχαίες κλίσεις (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'τέκνον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τέκνον' (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά ουδέτερα παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τέκνον' παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις παροξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις που μαρτυρούνται σε παπύρους (ελληνιστική κοινή)
- Κοσμήματα (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα από παπύρους (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)