κυτταροκαλλιέργεια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κυτταροκαλλιέργεια οι κυτταροκαλλιέργειες
      γενική της κυτταροκαλλιέργειας των κυτταροκαλλιεργειών
    αιτιατική την κυτταροκαλλιέργεια τις κυτταροκαλλιέργειες
     κλητική κυτταροκαλλιέργεια κυτταροκαλλιέργειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κυτταροκαλλιέργεια < κυτταρο- + καλλιέργεια, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική cell culture

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ci.ta.ɾo.ka.liˈeɾ.ʝi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κυτ‐τα‐ρο‐καλ‐λι‐έρ‐γει‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

κυτταροκαλλιέργεια θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]