παιδοψυχίατρος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο/η | παιδοψυχίατρος | οι | παιδοψυχίατροι |
γενική | του/της του |
παιδοψυχιάτρου παιδοψυχίατρου |
των | παιδοψυχιάτρων |
αιτιατική | τον/την | παιδοψυχίατρο | τους/τις τους |
παιδοψυχιάτρους παιδοψυχίατρους |
κλητική | παιδοψυχίατρε | παιδοψυχίατροι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, μόνον για το αρσενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «κάτοικος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παιδοψυχίατρος < παιδοψυχ(ιατρική) παιδο- + ψυχ- + -ίατρος[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pe.ðo.psiˈçi.a.tɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : παι‐δο‐ψυ‐χί‐α‐τρος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
παιδοψυχίατρος αρσενικό ή θηλυκό
- (ιατρική, επάγγελμα) ο ψυχίατρος που έχει ειδικευτεί στην αντιμετώπιση προβλημάτων της παιδικής ηλικίας
[επεξεργασία]
- παιδοψυχιατρική
- παιδοψυχιατρικός
- → και δείτε τις λέξεις παιδί, ψυχή και ιατρός
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παιδοψυχίατρος
|
[επεξεργασία]
- ↑ παιδοψυχίατρος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'κάτοικος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά κοινού γένους (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα παιδο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ψυχ- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίατρος (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)