πολεοτικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πολεοτικός η πολεοτική το πολεοτικό
      γενική του πολεοτικού της πολεοτικής του πολεοτικού
    αιτιατική τον πολεοτικό την πολεοτική το πολεοτικό
     κλητική πολεοτικέ πολεοτική πολεοτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πολεοτικοί οι πολεοτικές τα πολεοτικά
      γενική των πολεοτικών των πολεοτικών των πολεοτικών
    αιτιατική τους πολεοτικούς τις πολεοτικές τα πολεοτικά
     κλητική πολεοτικοί πολεοτικές πολεοτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πολεοτικός < πολε- + -ο- + -τικός

Επίθετο[επεξεργασία]

πολεοτικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]