προομηρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προομηρικός < προ- + ομηρικός < αρχαία ελληνική Ὁμηρικός / Ὅμηρος
Επίθετο[επεξεργασία]
προομηρικός
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προομηρικός