προστερνίδιον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ προστερνίδιον τὰ προστερνίδι
      γενική τοῦ προστερνιδίου τῶν προστερνιδίων
      δοτική τῷ προστερνιδί τοῖς προστερνιδίοις
    αιτιατική τὸ προστερνίδιον τὰ προστερνίδι
     κλητική ! προστερνίδιον προστερνίδι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  προστερνιδίω
γεν-δοτ τοῖν  προστερνιδίοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προστερνίδιον < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

προστερνίδιον, -ου ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]