σκληρός δίσκος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | σκληρός δίσκος | οι | σκληροί δίσκοι |
γενική | του | σκληρού δίσκου | των | σκληρών δίσκων |
αιτιατική | τον | σκληρό δίσκο | τους | σκληρούς δίσκους |
κλητική | σκληρέ δίσκε | σκληροί δίσκοι | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σκληρός δίσκος < → δείτε τις λέξεις σκληρός και δίσκος < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική hard disk. Ο όρος σκληρός χρησιμοποιήθηκε για να γίνει διάκριση από την προηγούμενη τεχνολογία δίσκων, στους προσωπικούς υπολογιστές (PC), που ήταν οι εύκαμπτοι δίσκοι (floppy disks)
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]σκληρός δίσκος αρσενικό
- (υλικό υπολογιστή) hard disk: συσκευή μακροπρόθεσμης μνήμης μεγάλης ποσότητας δεδομένων σε συστοιχία μαγνητικών δίσκων[1]
- ※ οι κατασκευαστές συνήθως αναφέρονται στη διάρκεια ζωής σκληρού δίσκου με βάση τους κύκλους έναρξης/παύσης (start/stop cycle), πόσες φορές έχει κλείσει εντελώς και έχει ξαναξεκινήσει ο δίσκος. [2]
- ※ Ο σκληρός δίσκος, HDD ή SSD, είναι το πιο σημαντικό υποσύστημα του υπολογιστή, καθώς περιέχει αναντικατάστατα δεδομένα. Δυστυχώς, το θέμα δεν είναι το "αν" θα αποτύχει ένας σκληρός δίσκος, αλλά το "πότε". [3]
Συνώνυμα
[επεξεργασία](όχι αυστηρά συνώνυμα)
- μηχανικός δίσκος (σε αντιπαραβολή με έναν SSD)
- οδηγός σκληρού δίσκου
- σταθερός δίσκος
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- διαμέρισμα (partition), ζώνη προσγείωσης, S.M.A.R.T.
- σύγκριση με: δισκέτα, (floppy disk)
- σκληρός δίσκος στη Βικιπαίδεια
- σκληροί δίσκοι, φωτογραφίες στα Wikimedia Commons
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ Μαγνητικοί Δίσκοι, τμήμα Πληροφορικής & Τηλεπικοινωνιών του ΕΚΠΑ. Πρόσβαση 24/10/2019
- ↑ Διάρκεια Ζωής Σκληρού Δίσκου: Η "Σκληρή" Αλήθεια, από pcsteps.gr. Δημοσίευση 2020-01-28. Αρχειοθέτηση 2019-09-01. Προσπέλαση 2020-07-17.
- ↑ Πρόβλεψη Αποτυχίας Δίσκου Εγκαίρως: CrystalDiskInfo, από pcsteps.gr. Δημοσίευση 2015-06-26. Αρχειοθέτηση 2016-11-04. Προσπέλαση 2020-07-19.
Κατηγορίες:
- Κλίση αρσενικών πολυλεκτικών όρων (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Υλικό υπολογιστή (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)