σφαιρομάχος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | σφαιρομάχος | οἱ | σφαιρομάχοι |
γενική | τοῦ | σφαιρομάχου | τῶν | σφαιρομάχων |
δοτική | τῷ | σφαιρομάχῳ | τοῖς | σφαιρομάχοις |
αιτιατική | τὸν | σφαιρομάχον | τοὺς | σφαιρομάχους |
κλητική ὦ! | σφαιρομάχε | σφαιρομάχοι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | σφαιρομάχω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | σφαιρομάχοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σφαιρομάχος < (αρχαία ελληνική σφαῖρα) σφαιρο- + -μάχος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σφαιρομάχος αρσενικό
- (ελληνιστική κοινή , αθλητισμός) ο αθλητής της σφαιρομαχίας
Συγγενικά[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- σφαιρομάχος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'δρόμος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Παραγωγή λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα σφαιρο- (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με επίθημα -μάχος (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αθλητισμός (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)