ωραιολογία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ωραιολογία οι ωραιολογίες
      γενική της ωραιολογίας των ωραιολογιών
    αιτιατική την ωραιολογία τις ωραιολογίες
     κλητική ωραιολογία ωραιολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ωραιολογία < ωραίος + -ο- + -λογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ωραιολογία θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]