Ἀμφρυσεύς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀμφρυσεύς οἱ Ἀμφρυσεῖς
      γενική τοῦ Ἀμφρυσέως τῶν Ἀμφρυσέων
      δοτική τῷ Ἀμφρυσεῖ τοῖς Ἀμφρυσεῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν Ἀμφρυσέ τοὺς Ἀμφρυσέᾱς
     κλητική ! Ἀμφρυσεῦ Ἀμφρυσεῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀμφρυσεῖ
γεν-δοτ τοῖν  Ἀμφρυσέοιν
Δεν καταγράφονται καταλήξεις πληθυντικού σε -ῆς.
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'Ἀντιοχεύς' όπως «Ἀντιοχεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Ἀμφρυσεύς < Ἄμφρυσ(ος) + -εύς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Ἀμφρυσεύς αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]