Ἀπήμαντος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀπήμαντος

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική Ἀπήμαντος οἱ Ἀπήμαντοι
      γενική τοῦ Ἀπημάντου τῶν Ἀπημάντων
      δοτική τῷ Ἀπημάντ τοῖς Ἀπημάντοις
    αιτιατική τὸν Ἀπήμαντον τοὺς Ἀπημάντους
     κλητική ! Ἀπήμαντε Ἀπήμαντοι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  Ἀπημάντω
γεν-δοτ τοῖν  Ἀπημάντοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Ἀπήμαντος < ἀπήμαντος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Ἀπήμαντος αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]