Neffe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | der | Neffe | die | Neffen |
γενική | des | Neffen | der | Neffen |
δοτική | dem | Neffen | den | Neffen |
αιτιατική | den | Neffen | die | Neffen |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Neffe < (κληρονομημένο) μέση άνω γερμανική neve < παλαιά άνω γερμανική nevo [1] < πρωτογερμανική *nefô < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *népōts [2]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Neffe (de) αρσενικό
- (οικογένεια) ο ανιψιός
- Wann heiratet dein Neffe?
- Πότε παντρεύεται ο ανιψιός σου;
- Wann heiratet dein Neffe?
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά αρσενικά (γερμανικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση άνω γερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση άνω γερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά άνω γερμανικά (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (γερμανικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (γερμανικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γερμανικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
- Γερμανική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γερμανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
- Οικογένεια (γερμανικά)