cross
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cross | crosses |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cross (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
cross (en)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
- cross-fade
- (πληροφορική) cross compiler, cross-platform
- (βάσεις δεδομένων) Cartesian product ή cross join ή cross product
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
cross στην αγγλική Βικιπαίδεια