current
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | current |
συγκριτικός | more current |
υπερθετικός | most current |
current (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
current | currents |
current (en)
- το ρεύμα