handle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
handle | handles |
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
- η χειρολαβή
- το χερούλι
- (πληροφορική) το username, το όνομα χρήστη
Ρήμα[επεξεργασία]
handle (en)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
handle στην αγγλική Βικιπαίδεια