really

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

really < real + -ly

Επίρρημα[επεξεργασία]

really (en)

  1. πράγματι, πραγματικά
    Do you really expect me to believe it?
    Θέλεις πραγματικά να το πιστέψω;
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη actually
  2. πολύ, πάρα πολύ
    it is really kind of you - είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους σας
     συνώνυμα: very, so, → και δείτε τη λέξη extremely
  3. πάρα πολύ
    I really love you - σ’αγαπώ πάρα πολύ
     συνώνυμα: very much, so much, a lot