Μετάβαση στο περιεχόμενο

sad

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: SAD, säd, sąd, sáð, сад

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικός sad
συγκριτικός sadder / more sad
υπερθετικός saddest / most sad

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
sad < κληρονομημένο από τη μέση αγγλική sad < αγγλοσαξονική sæd (ικανοποιημένος) < πρωτογερμανική *sadaz (ικανοποιημένος) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *seh₂- (ικανοποιώ)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /sæd/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

sad (en)

  1. λυπημένος, θλιμμένος, στενοχωρημένος, μη χαρούμενος
    παράδειγμα  a sad face - λυπημένο πρόσωπο
    παράδειγμα  He is very sad that he separated with his wife.
    Είναι πολύ λυπημένος που χώρισε με τη γυναίκα του.
    παράδειγμα  You rarely see him laughing, he is almost always sad.
    Σπάνια τον βλέπεις να γελάει, είναι σχεδόν πάντοτε θλιμμένος.
    παράδειγμα  He told me he’s sad because he had a fight with his girlfriend.
    Μου είπε ότι είναι στενοχωρημένος γιατί τσακώθηκε με τη φίλη του.
    παράδειγμα  Her refusal made us sad.
    Μας λύπησε η άρνησή της.
    παράδειγμα  Were you sad to see me?
    Λυπήθηκες που με είδες;
    παράδειγμα  I felt so sad for her.
    Τη λυπήθηκα πάρα πολύ.
    παράδειγμα  Your disregard for me makes me sad.
    Με θλίβει η αδιαφορία σου για μένα.
    παράδειγμα  I get sad when I see so much misery around me.
    Θλίβομαι όταν βλέπω τόση δυστυχία γύρω μου.
    παράδειγμα  Don’t worry, I am not sad about it.
    Μην ανησυχείς, δεν στενοχωριέμαι για αυτό.
     συνώνυμα:  forlorn
  2. λυπηρός, λυπητερός, θλιβερός, στενόχωρος, που προκαλεί λύπη
    παράδειγμα  It is sad that so many of his paintings have been lost.
    Είναι λυπηρό που τόσοι πολλοί από τους πίνακές του έχουν χαθεί.
    παράδειγμα  They told us a really sad story.
    Μας είπαν μια πραγματικά λυπητερή ιστορία.
    παράδειγμα  We had sad news yesterday.
    Είχαμε θλιβερά νέα χθες.
    παράδειγμα  Sad to say the house has now been demolished.
    παράδειγμα  The situation was pretty sad for all of us.
    Η κατάσταση ήταν αρκετά στενάχωρη για όλους μας.
    Δυστυχώς, το σπίτι έχει πλέον κατεδαφιστεί.
  3. θλιβερός, λυπηρός, αξιοθρήνητος
    παράδειγμα  The sad truth is he never loved her.
    Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν την αγάπησε.
    παράδειγμα  The sad thing is that the real situation is probably much worse.
    Το λυπηρό είναι ότι η πραγματική κατάσταση πιθανότατα είναι πολύ χειρότερη.
    παράδειγμα  It’s a sad excuse.
    Είναι μια αξιοθρήνητη δικαιολογία.

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Σύνθετα

[επεξεργασία]