αντικομματικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντικομματικός η αντικομματική το αντικομματικό
      γενική του αντικομματικού της αντικομματικής του αντικομματικού
    αιτιατική τον αντικομματικό την αντικομματική το αντικομματικό
     κλητική αντικομματικέ αντικομματική αντικομματικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντικομματικοί οι αντικομματικές τα αντικομματικά
      γενική των αντικομματικών των αντικομματικών των αντικομματικών
    αιτιατική τους αντικομματικούς τις αντικομματικές τα αντικομματικά
     κλητική αντικομματικοί αντικομματικές αντικομματικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντικομματικός < αντί + κομματικός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική antiparti)

Επίθετο[επεξεργασία]

αντικομματικός, -ή, -ό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]