αποφατικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αποφατικός < αρχαία ελληνική ἀποφατικός
Επίθετο
[επεξεργασία]αποφατικός, -ή, -ό
- που εκφράζει άρνηση
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]- αποφατικά μόρια
- αποφατική κρίση
- αποφατική πρόταση