καλογεννημένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο καλογεννημένος η καλογεννημένη το καλογεννημένο
      γενική του καλογεννημένου της καλογεννημένης του καλογεννημένου
    αιτιατική τον καλογεννημένο την καλογεννημένη το καλογεννημένο
     κλητική καλογεννημένε καλογεννημένη καλογεννημένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι καλογεννημένοι οι καλογεννημένες τα καλογεννημένα
      γενική των καλογεννημένων των καλογεννημένων των καλογεννημένων
    αιτιατική τους καλογεννημένους τις καλογεννημένες τα καλογεννημένα
     κλητική καλογεννημένοι καλογεννημένες καλογεννημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Μετοχή[επεξεργασία]

καλογεννημένος, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]