χαγιάτι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χαγιάτι τα χαγιάτια
      γενική του χαγιατιού των χαγιατιών
    αιτιατική το χαγιάτι τα χαγιάτια
     κλητική χαγιάτι χαγιάτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χαγιάτι < (άμεσο δάνειο) τουρκική hayat (ζωή· πβ. αγγλικά living room) < αραβική حياة (ħayāh) < ρίζα ح ي و (ḥ-y-w)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χαγιάτι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]