τρώγλη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 8: | Γραμμή 8: | ||
#{{παρωχ}} [[σπηλιά]] στην οποία κατοικούσαν άνθρωποι χωρίς άλλη [[κατοικία]] |
#{{παρωχ}} [[σπηλιά]] στην οποία κατοικούσαν άνθρωποι χωρίς άλλη [[κατοικία]] |
||
#{{μειωτ}} [[ανήλιος|ανήλια]], [[στενός|στενή]] και σε κακή κατάσταση ([[υπόγειος|υπόγεια]]) [[κατοικία]] |
#{{μειωτ}} [[ανήλιος|ανήλια]], [[στενός|στενή]] και σε κακή κατάσταση ([[υπόγειος|υπόγεια]]) [[κατοικία]] |
||
===={{συγγενικά}}==== |
|||
*[[τρωγλοδύτης]] |
|||
*[[τρωγλοδυτικός]] |
|||
*[[τρωγλοδυτισμός]] |
|||
*[[τρωγλωδύτισσα]] |
|||
*[[τρωγλοδυτώ]] |
|||
*{{βλ|τρώγω}} |
|||
===={{μεταφράσεις}}==== |
===={{μεταφράσεις}}==== |
Αναθεώρηση της 11:03, 6 Σεπτεμβρίου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- τρώγλη < αρχαία ελληνική τρώγλη
Ουσιαστικό
τρώγλη θηλυκό
- (παρωχημένο) σπηλιά στην οποία κατοικούσαν άνθρωποι χωρίς άλλη κατοικία
- (μειωτικό) ανήλια, στενή και σε κακή κατάσταση (υπόγεια) κατοικία
Συγγενικά
- τρωγλοδύτης
- τρωγλοδυτικός
- τρωγλοδυτισμός
- τρωγλωδύτισσα
- τρωγλοδυτώ
- → δείτε τη λέξη τρώγω
Μεταφράσεις
τρώγλη
Αρχαία ελληνικά (grc)
Πρότυπο:grc-α-κλίσ-παξμ-θ/η/-'γνώμη'
Ετυμολογία
τρώγλη < τρώγω
Ουσιαστικό
τρώγλη