βαριά: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 4: | Γραμμή 4: | ||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{θ}} του επιθέτου [[βαρύς]] ως ουσ. |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{θ}} του επιθέτου [[βαρύς]] ως ουσ. |
||
?<ref>?</ref> |
|||
? |
|||
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
==={{ουσιαστικό|el}}=== |
Αναθεώρηση της 08:15, 24 Μαρτίου 2017
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | βαριά | οι | βαριές |
γενική | της | βαριάς | των | βαριών |
αιτιατική | τη | βαριά | τις | βαριές |
κλητική | βαριά | βαριές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- βαριά < θηλυκό του επιθέτου βαρύς ως ουσ.
Ουσιαστικό
βαριά θηλυκό
- μεγάλο σφυρί που πρέπει να το κρατήσει κανείς και με τα δυο χέρια
Μεταφράσεις
βαριά
Επίρρημα
βαριά
- με βαρύ τρόπο
Μεταφράσεις
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδιά' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά με συνίζηση στην κατάληξη (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)