Μεγάλη Ύφεση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μεγάλη Ύφεση οι Μεγάλες Υφέσεις
      γενική της Μεγάλης Ύφεσης των Μεγάλων Υφέσεων
    αιτιατική τη Μεγάλη Ύφεση τις Μεγάλες Υφέσεις
     κλητική Μεγάλη Ύφεση Μεγάλες Υφέσεις
Συνήθως στον ενικό.
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Μεγάλη Ύφεση < μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική Great Depression, → δείτε τις λέξεις μεγάλος και ύφεση

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /meˈɣa.li ˈi.fe.si/

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

Μεγάλη Ύφεση θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]