Μουλός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μουλός | οι | Μουλοί |
γενική | του | Μουλού | των | Μουλών |
αιτιατική | τον | Μουλό | τους | Μουλούς |
κλητική | Μουλέ | Μουλοί | ||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Σολωμός (κλίση: ναός)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /muˈlos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μου‐λός
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μουλός αρσενικό (θηλυκό Μουλού)
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Εμμανουήλ Π. Καλλίγερος (2002), Κυθηραϊκά επώνυμα. Ιστορική, γεωγραφική και γλωσσική προσέγγιση, Αθήνα: Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών.