Πρωτέκδικος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πρωτέκδικος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Πρωτέκδικος οι Πρωτέκδικοι
      γενική του Πρωτέκδικου των Πρωτέκδικων
    αιτιατική τον Πρωτέκδικο τους Πρωτέκδικους
     κλητική Πρωτέκδικο Πρωτέκδικοι
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Δημητράκος (κλίση: υπνάκος)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πρωτέκδικος < πρωτέκδικος[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pɾoˈtek.ði.kos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πρω‐τέκ‐δι‐κος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πρωτέκδικος αρσενικό (θηλυκό Πρωτέκδικου)

Μεταγραφές[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Πρωτέκδικος σελ.203 - Συμεωνίδης, Χαράλαμπος. (2015) Παράρτημα: Αρχαία ελληνικά τοπωνύμια και επώνυμα..., [έως και νεότερα επώνυμα, ετυμολογίες], σελ.195-207 στο Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα (συλλογικό, επιμ. Κανάκης, Γεώργιος Κ.) Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015 pdf.