αντισυνδικαλιστικός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντισυνδικαλιστικός < αντι- + συνδικαλιστικός
Επίθετο
[επεξεργασία]αντισυνδικαλιστικός
- που είναι αντίθετος με τον συνδικαλισμό και τις αρχές του
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη συνδικαλισμός
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντισυνδικαλιστικός
|