δηλοποιημένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δηλοποιημένος η δηλοποιημένη το δηλοποιημένο
      γενική του δηλοποιημένου της δηλοποιημένης του δηλοποιημένου
    αιτιατική τον δηλοποιημένο τη δηλοποιημένη το δηλοποιημένο
     κλητική δηλοποιημένε δηλοποιημένη δηλοποιημένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δηλοποιημένοι οι δηλοποιημένες τα δηλοποιημένα
      γενική των δηλοποιημένων των δηλοποιημένων των δηλοποιημένων
    αιτιατική τους δηλοποιημένους τις δηλοποιημένες τα δηλοποιημένα
     κλητική δηλοποιημένοι δηλοποιημένες δηλοποιημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Μετοχή[επεξεργασία]

δηλοποιημένος




Μεταφράσεις[επεξεργασία]