Μετάβαση στο περιεχόμενο

διάβαση πεζών

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διάβαση πεζών οι διαβάσεις πεζών
      γενική της διάβασης/διαβάσεως πεζών των διαβάσεων πεζών
    αιτιατική τη διάβαση πεζών τις διαβάσεις πεζών
     κλητική διάβαση πεζών διαβάσεις πεζών
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μια διάβαση πεζών, με άσπρη διαγράμμιση πάνω στο οδόστρωμα.

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
διάβαση πεζών <  δείτε τις λέξεις διάβαση, πεζός και πεζών

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

διάβαση πεζών θηλυκό

  • σημείο του οδοστρώματος με ειδική σήμανση (όπως λευκή διαγράμμιση) από όπου επιτρέπεται στους πεζούς να διασχίσουν ένα δρόμο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]