ετοιμασία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἑτοιμασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ετοιμασία οι ετοιμασίες
      γενική της ετοιμασίας των ετοιμασιών
    αιτιατική την ετοιμασία τις ετοιμασίες
     κλητική ετοιμασία ετοιμασίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ετοιμασία < αρχαία ελληνική ἑτοιμασία

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.ti.maˈsi.a/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ετοιμασία θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]