ινδουιστής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ινδουιστής < γαλλική indouiste < hindouiste < hindou + -iste < περσική هندو < αρχαία περσική 𐏃𐎡𐎯𐎢𐏁 (hindu: Ινδία) < σανσκριτική सिन्धु (síndhu: ποταμός, ο Ινδός ποταμός) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *ḱiesdʰ- (φεύγω, απομακρύνομαι)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /in.ðu.iˈstis/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ινδουιστής αρσενικό (θηλυκό: ινδουίστρια)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τις λέξεις ινδουισμός και Ινδία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ποιητής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία περσικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα σανσκριτικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Θρησκεία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)