κοινωνικοπολιτιστικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κοινωνικοπολιτιστικός η κοινωνικοπολιτιστική το κοινωνικοπολιτιστικό
      γενική του κοινωνικοπολιτιστικού της κοινωνικοπολιτιστικής του κοινωνικοπολιτιστικού
    αιτιατική τον κοινωνικοπολιτιστικό την κοινωνικοπολιτιστική το κοινωνικοπολιτιστικό
     κλητική κοινωνικοπολιτιστικέ κοινωνικοπολιτιστική κοινωνικοπολιτιστικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κοινωνικοπολιτιστικοί οι κοινωνικοπολιτιστικές τα κοινωνικοπολιτιστικά
      γενική των κοινωνικοπολιτιστικών των κοινωνικοπολιτιστικών των κοινωνικοπολιτιστικών
    αιτιατική τους κοινωνικοπολιτιστικούς τις κοινωνικοπολιτιστικές τα κοινωνικοπολιτιστικά
     κλητική κοινωνικοπολιτιστικοί κοινωνικοπολιτιστικές κοινωνικοπολιτιστικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

κοινωνικοπολιτιστικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

κοινωνικοπολιτιστικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]