μετωποκροταφικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μετωποκροταφικός η μετωποκροταφική το μετωποκροταφικό
      γενική του μετωποκροταφικού της μετωποκροταφικής του μετωποκροταφικού
    αιτιατική τον μετωποκροταφικό τη μετωποκροταφική το μετωποκροταφικό
     κλητική μετωποκροταφικέ μετωποκροταφική μετωποκροταφικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μετωποκροταφικοί οι μετωποκροταφικές τα μετωποκροταφικά
      γενική των μετωποκροταφικών των μετωποκροταφικών των μετωποκροταφικών
    αιτιατική τους μετωποκροταφικούς τις μετωποκροταφικές τα μετωποκροταφικά
     κλητική μετωποκροταφικοί μετωποκροταφικές μετωποκροταφικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μετωποκροταφικός < μέτωπο + -ο- + κροταφικός

Επίθετο[επεξεργασία]

μετωποκροταφικός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]