μπριόζικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μπριόζικος < μπριόζ(ος) + -ικος
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /bɾiˈo.zi.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπρι‐ό‐ζι‐κος
Επίθετο
[επεξεργασία]μπριόζικος, -η, -ο
Συγγενικά
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μπριόζικος
|