νοίκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | νοίκι | τα | νοίκια |
γενική | του | νοικιού | των | νοικιών |
αιτιατική | το | νοίκι | τα | νοίκια |
κλητική | νοίκι | νοίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νοίκι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική νοίκιν < ἐνοίκιν < αρχαία ελληνική ἐνοίκιον[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈni.ci/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νοί‐κι
- ομόηχο: νίκη
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]νοίκι ουδέτερο
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- μένω στο νοίκι: δεν έχω δικό μου σπίτι και κατοικώ σε κάποιο που νοίκιασα
Συγγενικά
[επεξεργασία]- ενοικ- → δείτε τη λέξη ενοίκιο
- νοικάρης
- νοικιάζω
- νοίκιασμα
- ξενοικιάζω
- ξενοίκιαστος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] νοίκι
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ νοίκι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'τραγούδι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ομόηχα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Οικείοι όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)