ξανανθισμένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ξανανθισμένος η ξανανθισμένη το ξανανθισμένο
      γενική του ξανανθισμένου της ξανανθισμένης του ξανανθισμένου
    αιτιατική τον ξανανθισμένο την ξανανθισμένη το ξανανθισμένο
     κλητική ξανανθισμένε ξανανθισμένη ξανανθισμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ξανανθισμένοι οι ξανανθισμένες τα ξανανθισμένα
      γενική των ξανανθισμένων των ξανανθισμένων των ξανανθισμένων
    αιτιατική τους ξανανθισμένους τις ξανανθισμένες τα ξανανθισμένα
     κλητική ξανανθισμένοι ξανανθισμένες ξανανθισμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξανανθισμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου ξανανθίζω

Μετοχή

[επεξεργασία]

ξανανθισμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]