παραπονετικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παραπονετικός < παραπονιέμαι + -τικός
Επίθετο[επεξεργασία]
παραπονετικός
- που παραπονιέται
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- παραπονετικά
- → δείτε τις λέξεις παράπονο, παρά και πόνος
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- παραπονετικός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παραπονετικός
|