παρασπονδυλικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- παρασπονδυλικός < παρα- + σπονδυλικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική paraspinal)
Επίθετο[επεξεργασία]
παρασπονδυλικός, -ή, -ό
- (ανατομία) που βρίσκεται δίπλα από τη σπονδυλική στήλη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
παρασπονδυλικός
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα παρα- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ανατομία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)