παρατιλμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική παρατιλμός οἱ παρατιλμοί
      γενική τοῦ παρατιλμοῦ τῶν παρατιλμῶν
      δοτική τῷ παρατιλμ τοῖς παρατιλμοῖς
    αιτιατική τὸν παρατιλμόν τοὺς παρατιλμούς
     κλητική ! παρατιλμέ παρατιλμοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  παρατιλμώ
γεν-δοτ τοῖν  παρατιλμοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρατιλμός < παρατίλλω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παρατιλμός, -οῦ αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

Πηγές[επεξεργασία]