περιφλεγμένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο περιφλεγμένος η περιφλεγμένη το περιφλεγμένο
      γενική του περιφλεγμένου της περιφλεγμένης του περιφλεγμένου
    αιτιατική τον περιφλεγμένο την περιφλεγμένη το περιφλεγμένο
     κλητική περιφλεγμένε περιφλεγμένη περιφλεγμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι περιφλεγμένοι οι περιφλεγμένες τα περιφλεγμένα
      γενική των περιφλεγμένων των περιφλεγμένων των περιφλεγμένων
    αιτιατική τους περιφλεγμένους τις περιφλεγμένες τα περιφλεγμένα
     κλητική περιφλεγμένοι περιφλεγμένες περιφλεγμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
περιφλεγμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου περιφλέγω

Μετοχή

[επεξεργασία]

περιφλεγμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]