πετεινόμυαλος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο πετεινόμυαλος η πετεινόμυαλη το πετεινόμυαλο
      γενική του πετεινόμυαλου της πετεινόμυαλης του πετεινόμυαλου
    αιτιατική τον πετεινόμυαλο την πετεινόμυαλη το πετεινόμυαλο
     κλητική πετεινόμυαλε πετεινόμυαλη πετεινόμυαλο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι πετεινόμυαλοι οι πετεινόμυαλες τα πετεινόμυαλα
      γενική των πετεινόμυαλων των πετεινόμυαλων των πετεινόμυαλων
    αιτιατική τους πετεινόμυαλους τις πετεινόμυαλες τα πετεινόμυαλα
     κλητική πετεινόμυαλοι πετεινόμυαλες πετεινόμυαλα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πετεινόμυαλος < πετεινός + -ο- + μυαλό + -ος

Επίθετο[επεξεργασία]

πετεινόμυαλος, -η, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]