ποιμνιοστάσιο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ποιμνιοστάσιο ουδέτερο
- (λόγιο) εγκατάσταση για την εκτροφή του ποίμνιου
ποιμνιοστάσιο ουδέτερο