προελθών

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο προελθών η προελθούσα το προελθόν
      γενική του προελθόντος της προελθούσας
προελθούσης*
του προελθόντος
    αιτιατική τον προελθόντα την προελθούσα το προελθόν
     κλητική προελθών προελθούσα προελθόν
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι προελθόντες οι προελθούσες τα προελθόντα
      γενική των προελθόντων των προελθουσών των προελθόντων
    αιτιατική τους προελθόντες τις προελθούσες τα προελθόντα
     κλητική προελθόντες προελθούσες προελθόντα
Οι αρχαίες καταλήξεις για τα τρία γένη: -ών, -οῦσα, -όν
* παλιότερος λόγιος τύπος
ομάδα 'παρών', Κατηγορία όπως «επιών» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προελθών < μετοχή ενεργητικού αορίστου του ρήματος προέρχομαι

Μετοχή[επεξεργασία]

προελθών, -ούσα, -όν

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]