συγχωρημένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /siŋ.xo.ɾiˈme.nos/
Μετοχή[επεξεργασία]
συγχωρημένος
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συγχωρημένος
|