συρτάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το συρτάκι τα συρτάκια
      γενική
    αιτιατική το συρτάκι τα συρτάκια
     κλητική συρτάκι συρτάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
συρτάκι: νεολογισμός 1964 < συρτός + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

συρτάκι ουδέτερο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]